top of page

Γιάννης Δούμος: Πότε θα μιλήσουμε ξανά για τα ναρκωτικά; (ΕφΣυν, 06.08.2025)


Το 1990 βγήκε στον αέρα της ελληνικής τηλεόρασης μια αξέχαστη στους τότε έφηβους για την αισθητική και την ευαισθησία της διαφήμιση. Μια τάξη, ο καθηγητής φωνάζει το παρουσιολόγιο, στο τελευταίο όνομα η κάμερα εστιάζει σε μια καρέκλα που πέφτει, μια μαθήτρια δακρύζει ενώ ακούγεται το Fragile του Sting. Tο μήνυμα που αναγράφεται στην οθόνη «Κάθε 72 ώρες ένας νέος πεθαίνει από ναρκωτικά. Όχι άλλες απουσίες από τη ζωή. Όχι στα ναρκωτικά». 

Η διαφήμιση αυτή ήταν κομμάτι μιας μεγάλης αντιναρκωτικής εκστρατείας που ξεκίνησε την δεκαετία του 80, μαζί με την ίδρυση των κοινοτήτων όπως η Ιθάκη και των μεγάλων οργανισμών απεξάρτησης όπως το ΚΕΘΕΑ και τον επαναπροσδιορισμό του 18Ανω, εν μέρει και ως απάντηση στην μεγάλη επιδημία της ηρωίνης. Το αποτέλεσμα ήταν η Ελλάδα να έχει όχι μόνο ένα αξιοζήλευτο σε προσβασιμότητα και υπηρεσίες δωρεάν σύστημα απεξάρτησης και επανένταξης αλλά και μια βαθιά ριζωμένη αντιναρκωτική κουλτούρα στην κοινωνία. 

Σήμερα η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική. Η μεγάλη προσπάθεια του τότε έχει αποδώσει καρπούς όσον αφορά τη χρήση οπιοειδών , όμως η κάνναβη και τα διεγερτικά ναρκωτικά, ειδικά από την έναρξη της οικονομικής κρίσης, λαμβάνουν πια χαρακτήρες νέας επιδημίας. Η ορθός αποστιγματισμός του χρήστη που θεωρήθηκε όχι εγκληματίας αλλά ασθενής της δεκαετίας του 80, έδωσε τη θέση της στην σταδιακή νομιμοποίηση προϊόντων κάνναβης με χαμηλή περιεκτικότητα σε THC σε βαθμό του να πωλούνται αυτή τη στιγμή ακόμα και σε περίπτερα σε ένα απολύτως ανεξέλεγκτο περιβάλλον. 

Το ΕΚΤΕΠΝ (Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά) μας πληροφορεί:  «Δεν υπάρχουν πρόσφατα δεδομένα για την έκταση και τα χαρακτηριστικά της χρήσης ουσιών στον γενικό πληθυσμό της χώρας. Τέτοια δεδομένα συλλέγονται μέσω πανελλήνιων ερευνών που έχουν σχεδιασμό συγχρονικού τύπου, εμπλέκουν αντιπροσωπευτικό, πιθανοτικό, δείγμα του πληθυσμού και συλλέγουν τα δεδομένα ιδανικά με τη διενέργεια προσωπικής συνέντευξης και τη χρήση ερωτηματολογίου που περιλαμβάνει πλήθος μέτρων σχετικά με τη χρήση ουσιών και τους συνδεόμενους παράγοντες. Η τελευταία έρευνα με τέτοιο σχεδιασμό είχε διενεργηθεί από το ΕΠΙΨΥ το 2004 και η επόμενη αναμένεται να διενεργηθεί τέλη 2025-αρχές 2026» 

Υπάρχει όμως η πανελλήνια έρευνα του ΕΠΙΨΥ στα πλαίσια του ESPAD  για τη χρήση στους εφήβους: «Ένας στους στους 8 (13%) 16χρονους στην Ελλάδα έχει κάνει έστω και μια φορά χρήση κάποιας (οποιασδήποτε) παράνομης ουσίας -στην πλειονότητά τους (11%) κάνναβη. Ένας στους 3 εφήβους θεωρεί ότι θα του/της ήταν «αρκετά» ή «πολύ εύκολο» να βρει κάνναβη εάν το θελήσει. Πολύ πρόσφατη χρήση κάνναβης (μέσα στις 30 τελευταίες ημέρες, τρέχουσα χρήση) αναφέρεται από το 6,2% των εφήβων. Σε ποσοστό 2,0% αναφέρεται χρήση της ουσίας σε πολύ μικρή ηλικία (≤13 ετών) . Μεταξύ όσων έκαναν πρόσφατα (μέσα τους τελευταίους 12 μήνες) χρήση κάνναβης, το 4,2% κάνουν  προβληματική χρήση. Χρήση κάποιας άλλης ουσίας -εκτός κάνναβης- αναφέρεται από το 4,8% των εφήβων. Διαχρονικά το ποσοστό των 16χρονων που έχουν κάνει χρήση κάποιας παράνομης ουσίας είναι στην Ελλάδα σημαντικά αυξημένο το 2024 (13%) συγκριτικά με το 2019 (9,4%), αλλά και με οποιαδήποτε άλλη περίοδο»

Είναι εντυπωσιακό αλλά όχι μόνο έχουμε 20 χρόνια να αξιολογήσουμε τη χρήση στους ενήλικες αλλά το τοπίο γενικά γύρω από τα ναρκωτικά μοιάζει εντελώς αρρύθμιστο.

O τήρηση του νόμου και της τάξης δείχνει να έχει άλλα ενδιαφέροντα ακόμα και από το αν οι έφηβοι θα ξεκινήσουν μια πορεία στις ουσίες από μια ηλικία που αποδεδειγμένα αυξάνει σοβαρά τους κινδύνους για γνωστικές διαταραχές, ψυχώσεις και αναπτυξιακές αποκλίσεις. Από τη μελέτη των λυμάτων προκύπτει και ραγδαία αύξηση στη χρήση μεθαμφεταμίνης και κοκαίνης. Ο καθηγητής του ΕΚΠΑ Νίκος Θωμαΐδης, αναλύοντας με την ομάδα του στο ΕΚΠΑ συστηματικά τα λύματα της Περιφέρειας Αττικής από το 2009 μας ενημερώνει πως στην Αθήνα καταναλώνονται καθημερινά 1,2 με 1,5 κιλά κοκαΐνη. Υπάρχει δηλαδή σημαντικότατη αύξηση και στη χρήση «σκληρών» ναρκωτικών που εμπεριέχουν κινδύνους όχι μόνο για βαριά εξάρτηση, βαρύτατες ψυχιατρικές επιπτώσεις αλλά και κινδύνους για την ίδια την ζωή. 

Η κλινική πράξη επιβεβαιώνει αυτές τις τάσεις. Η αναζήτηση και εύρεση κάνναβης και διεγερτικών ναρκωτικών έχει γίνει τόσο απλή και ακίνδυνη όσο να αγοράσει ένας ανήλικος μια μπύρα. Οι ψυχογενείς συνέπειες της κατάχρησης των ουσιών όχι μόνο εμφανίζονται όλο και πιο συχνά αλλά μετακινούνται και προς πιο νέες ηλικίες. 

Σε αυτό το αρρύθμιστο σκηνικό συμβαίνει και ακόμα μία φαινομενική παραδοξότητα. Η πολιτεία επιτίθεται βάναυσα στο ίδιο το σύστημα απεξάρτησης, όχι απλά «αναδομώντας» το όπως ισχυρίζεται αλλά  δημιουργώντας ένα διοικητικό χάος και καθεστώς απαράδεκτης ανασφάλειας σε θεραπευτές και εξυπηρετούμενους μετακινώντας με εκδικητικό τρόπο στελέχη απροειδοποίητα, δημιουργώντας κενά και διαταράσσοντας άμεσα το θεραπευτικό έργο. Δεν είναι εύκολο να ερμηνεύσει κανείς αυτή τη στάση. Ειδικά μάλιστα αν προσθέσουμε και άλλη μία παράμετρο. 

Η έρευνα του Θωμαΐδη είναι αποκαλυπτική και για τη χρήση νόμιμων ουσιών. Με την αύξηση στα αγχολυτικά φάρμακα να είναι ιδιαίτερα μεγάλη από το 2012 μέχρι το 2014, ακολούθησε μία ύφεση στη χρήση τους μέχρι το 2019 και διακόπηκε πάλι στην πανδημία. Τα επίπεδα κατανάλωσης αντικαταθλιπτικών δεν διαφέρουν πολύ με αυτά των αγχολυτικών, γεγονός που αποδεικνύει πως μεγάλη μερίδα του πληθυσμού έλαβε σχετική φαρμακευτική αγωγή από την οικονομική κρίση και μετά. 

Αυτό είναι ένας αντικειμενικός δείκτης της επιδείνωσης της ψυχικής υγείας των Ελλήνων από την οικονομική κρίση και μετά. Με τα ναρκωτικά να είναι ένας συχνός τρόπος αυτοθεραπείας ψυχικών δυσκολιών δεν είναι δύσκολο κανείς να καταλάβει πως ανέβηκε η ζήτηση και πως επακόλουθα και η προσφορά ναρκωτικών ουσιών. Η λειτουργία του ΕΣΥ στον τομέα της ψυχικής υγείας όχι απλά ακολούθησε την αποδυνάμωση των υπόλοιπων τομέων του αλλά από την πανδημία και μετά δέχτηκε ανεπανόρθωτο πλήγμα. Η ψυχική υγεία μπροστά στην πίεση που έφερε ο COVID-19 αλλά και την εμμονική άρνηση της κυβέρνησης να ενδυναμώσει το δημόσιο σύστημα υγείας προς όφελος της ιδιωτικής περίθαλψης, θεωρήθηκε περίπου πολυτέλεια.  Οι τελευταίοι χειρισμοί της κυβέρνησης η οποία δείχνει να ενδιαφέρεται μόνο για την συγκέντρωση εξουσιών έχει υποβαθμίσει ραγδαία την παροχή επαρκούς ψυχικής υποστήριξης σε δημόσια πλαίσια. 

Η στάση της πολιτείας μπορεί να ερμηνευτεί με πολλούς τρόπους. Ένας πιο «ναρκωμένος» πληθυσμός είναι ένας πιο ευχαριστημένος πληθυσμός με δικά του μάλιστα έξοδα. Ή ένας πληθυσμός που αυτοθεραπευέται -με δικά του μάλιστα έξοδα- είναι ένας πληθυσμός που δε ζητάει ένα καλύτερο σύστημα ψυχικής υγείας. Πάντως σε ένα μεγάλο βαθμό η πραγματική απάντηση είναι λιγότερο ευφάνταστη και δείχνει να βρίσκεται στο χρήμα. Το νόμιμο εμπόριο κάνναβης αποφέρει μεγάλα έσοδα για αυτούς που το κάνουν αλλά και για το κράτος. Στην Ολλανδία τα κρατικά έσοδα από φόρους και τον ναρκοτουρισμό ξεπερνούν το 1 δις. Στις ΗΠΑ προβλέπεται τα έσοδα από νόμιμη πώληση κάνναβης να αγγιξουν τα 41,5 δις δολλάρια. Αρχίζει να μην είναι τόσο ανεξήγητη η ιδεολογική συνάντηση Γεωργιάδη – Καρανίκα στο θέμα της κάνναβης. 

Το ενδιαφέρον είναι το γιατί άλλαξε η στάση μας σαν κοινωνία απέναντι στις ναρκωτικές ουσίες. Τι εμπέδωσε την χρήση τους και πως δεχόμαστε να είναι τα ναρκωτικά τόσο προσβάσιμα σε ανήλικους; Είναι η αυξημένη επαφή με την ναρκοκουλτούρα της βόρειας Ευρώπης; Είναι η βαθιά αίσθηση μειονεξίας μας που μας κάνει να μιμούμαστε τις συμπεριφορές των βορείων ακόμα και στα μεγάλα κοινωνικά κενά τους; 

Η ευθύνη της ανανεωτικής αριστεράς στο ζήτημα είναι δυστυχώς βαρύτατη. Εθελοτυφλώντας στα συντριπτικά επιστημονικά δεδομένα έκανε την νομιμοποίηση της κάνναβης σημαία της αλλά και συμβάδισε με όλη την αντιεπιστημονικότητα της ναρκοκουλτούρας. Αυτή που έχει βαπτίσει ένα επιστημονικά και κλινικά αποδεδειγμένα -ειδικά σε πρώιμη χρήση-  βαρύτατα εθιστικό, αγχογόνο, καταθλιπτογόνο και ψυχωσιογόνο ναρκωτικό ως άκακο προιόν της φύσης, φορέα ελευθεριακότητας, ακόμα και ως μια πανάκεια που έχει αποτύχει να ανακαλύψει η δυτική ιατρική.  

Αυτή η απόσταση από στιβαρές και επιστημονικές θέσεις άνοιξε και εδώ -όπως και σε τόσα άλλα σημεία- έναν δρόμο. Η δεξιά, η οποία έχει εξελιχθεί σε ένα πλήρως αποιδεολογικοποιημένο μόρφωμα, δεν ασχολείται πια έστω με συντηρητικές έννοιες όπως η προστασία της παραδοσιακής οικογένειας, ή ο νόμος και η τάξη. Αντιθέτως οτιδήποτε αποφέρει πλούτο και εξουσία θεωρείται θεμιτό. Συνεπώς η αποσάρθρωση της ψυχικής υγείας ή το ότι η Αθήνα μοιάζει σα να έχει μια απευθείας λαθρεμποεμπορική σύνδεση με το Μεντεγίν της Κολομβίας δείχνει να την απασχολεί πολύ λιγότερο από τα εσωκομματικά της. Και γιατί να την νοιάζει άλλωστε; Δεν δείχνει να έχει πολιτικό κόστος.   

Ο Καμύ περιγράφει στην «Πανούκλα» πως όταν ξεκινάει να εξαπλώνεται η επιδημία όλοι συνεχίζουν να ζουν τις ζωές τους σα να μη συμβαίνει τίποτα απειλητικό. Η εικόνα της χρήσης των ναρκωτικών και ειδικά της κάνναβης στην Ελλάδα μοιάζει να σχηματίζει μια χιονοστοιβάδα που στο διάβα της θα παρασέρνει τα πιο ευάλωτα και ευαίσθητα κομμάτια της κοινωνίας. Εμείς σφυρίζουμε αδιάφορα και αναζητάμε το επόμενο σκάνδαλο νομίζοντας ότι αυτό είναι πολιτική. Χρειάζεται να αρχίσουμε ξανά να μιλάμε για τα ναρκωτικά. 

____

1. ΕΚΤΕΠΝ : Χρήση ουσιών στον πληθυσμό: Τελευταία διαθέσιμα στοιχεία

2. Έρευνα ESPAD 2024: Χρήση ουσιών στον πληθυσμό: Τελευταία διαθέσιμα στοιχεία

3. Φύλλο «Καθημερινής»  23.01.2025 


*Ο Γιάννης Δούμος είναι Ψυχίατρος, Επιστημονικός συνεργάτης Ά πανεπιστημιακής ψυχιατρικής κλινικής ΕΚΠΑ, Επιστημονικός Υπεύθυνος Μονάδας Ψυχιατρικής Περίθαλψης στο Σπίτι του Ασθενούς (ΨΠΣΑ) του ΙΨΥΠΕ «Π. Σακελλαρόπουλος»,  Θεατρικός συγγραφέας.

LOGO_WORD_GR_white.png
  • Facebook

Το Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Ενηλίκων Π. Σακελλαρόπουλος ιδρύθηκε το 1995 και είναι ο πρώτος μη κερδοσκοπικός φορέας της χώρας που παρείχε υπηρεσίες  ψυχοδυναμικής ψυχοθεραπείας σε ενήλικες, εφήβους και παιδιά.

Επικοινωνία

Ευχαριστούμε!

bottom of page